Labels

2012 2013 3 Σοφοί Πίθηκοι Akihabara Anime blog Bon Odori Daibutsu Earth Celebration Edo-Daikagura Eisa Facebook fuji gangangansoku gero gifu Ginza greece Hamarikyu hide internet cafe j-pop japan Japan Times Kabuki kami karaoke language exchange maid cafe Manga monja Naigubu Nikkō ohanami onsen roppongi sakura sarubobo shichi-go-san skytree Tadakata Takoyaki tengu tokyo disneyland Tokyo Marason Tokyo Tower Torii tsukishima ueno UNESCO Yasukuni Αγάλματα Αγγλικά αεροδρόμιο Αθήνα αθλητισμός αλλαγές αλληλογραφία Άμπου Ντάμπι αμυγδαλιές ανατολή άνοιξη Αξιοθέατα Άπω Ανατολή Αρχιτεκτονική ασάχι-γιάμα ασάχι-ντάκε ασία Ατομική Βόμβα Β' Παγκόσμιος Βίντεο Βόλτες Βουδισμός βουνά Γιαεγιάμα Γιακούζα γιακουσίμα Γιορτές Γιουκάτα Γουασάμπι γούρια δάση Δάσος Διαγωνισμός Ομιλίας Διακοπές διασκέδαση διαφημίσεις Διαφορές Δώρα Έθιμα Εθνικό Θέατρο ειρήνη ειρηνικός Εκδηλώσεις εκδρομή εκλογές Ελ Γκρέκο έλβις Ελλάδα ενεργό ηφαίστειο Ενυδρείο επικοινωνία Επισκέψεις Ερωτήσεις Ευγένεια Ζητιάνοι ζούγκλα ζώα ζωολογικός Ηλεκτρονικά ηφαίστεια Θάλασσα Θέατρο θέματα Θεότητες Θρησκεία Ιάπωνες Ιαπωνία Ιαπωνικά ιαπωνικά συγκροτήματα Ιαπωνική κουζίνα ιαπωνική τηλεόραση Ιζακάγια ινδονησία ινδουϊσμός ινουγιάμα ιριομότε Ισιγκάκι Ιστορία Ιτσουκουσίμα καγκοσίμα. σακουρατζίμα Καζαντζάκης καθημερινότητα Καιρός Καλδέρα Καλή συμπεριφορά καλοκαίρι Καμακούρα κανό κάντζι Κάπνισμα καραόκε Κάστρο καφές Καφετέριες κερασιά κηδεία Κήποι Κιμονό κίνα κινεζική γραφή κιούσου Κοιλάδα του Διαβόλου Κοϊνόμπορι κοινωνία Κόμπε κορέα Κοστούμι Κούμε-τζίμα Κρέπες κρίση Κυότο κωμικός Λεωφορεία Λίμνη Λίμνη Τόγια Λίστα λουτρά μαγκρόβια μαϊμούδες μαμεμάκι Μάνγκα Μαραθώνιος μαρουγιάμα ματσούρι Μέγκουρο Μεταφράσεις Μετρό μικόσι Μόμιτζι Μότσι Μουσεία Μουσείο μουσική μπαλί μπαρ μπορομπουντουρ ΝΑ Ασία Νάγκανο νάμπε Ναοί Νάρα Νέα νεροβούβαλο νησί Sado νησιά Ryukyu Ξάνθη ξενάγηση ξένοι Οδοντίατρος Οκινάουα οκούρινα Όμπι Όμπον όνσεν Οογιάμα ορειβασία Οριγκάμι ορυζώνες Οσάκα οτάρου ουμπούντ Ούσου οχανάμι Παιδιά παιχνίδια Παλάτι Παράδοση Πάρκα Πάρκο Περίεργα Πεταλούδες ποδήλατο Πόλεμος πολιτική Πολιτισμός πουσάν Προσβολές Πρωτοχρονιά Πυροτεχνήματα ράκουγκο ρατσισμός Ραφαέλο Ρούχα σακούρα Σάππορο Σεισμοί Σεισμός σετσουμπούν Σιναγκάουα Σιντοϊσμός σκύλος Σόγια Σούμο Σούσι σπίτι Σπίτια Σπορ στερεότυπα συγκρότημα Kodo Σχολείο τάικο Τακάο Τακετόμι Τάμπι Ταξίδια τέχνη τεχνολογία Τζίνζερ Τζίνμπα Τόκυο τουρισμός Τουρκία Τουταγχαμών Τόφου Τραγούδι Τραίνα τσούκιτζι τσουνάμι Τυφώνας Ύπνος Φαγητό Φαρμακεία Φεστιβάλ φθινόπωρο Φίλοι φιλοξενία Φούτζι Φράνσις Μπέικον φύση Φωτογραφία χακόνε χειμώνας χιόνι χιονοθύελα χιούμορ Χιροσίμα Χιρουγκάμι χοκκάιντο χορός Χριστούγεννα Χρυσή Εβδομάδα ψαραγορά Ψάρια ψηφοφορία Ψώνια
Για τυχόν απορίες,παρατηρήσεις κτλ μπορείτε να αφήνετε σχόλια στην πιο πρόσφατη ανάρτηση. Μπορείτε και να επικοινωνείτε μέσω e-mail (garfield81087 παπάκι gmail τελεία com) αλλά δεν εγγυόμαι πως θα το δω άμεσα/δεν θα καταλήξει στο spam.

Wednesday, 4 November 2015

Άδεια διαρκείας

Τον τελευταίο καιρό η δουλειά και οι γενικότερες συνθήκες δεν αφήνουν ούτε χρόνο ούτε διάθεση για αναρτήσεις. Θέλω να πιστεύω πως αυτό θα αλλάξει σύντομα αλλά για όσο καιρό λείπω μπορείτε να διαβάζετε τις αναρτήσεις μου στην ιστοσελίδα Taiken Japan (στα αγγλικά) και να ρίχνετε καμιά ματιά στις φωτογραφίες μου στο Instagram
Ευχαριστώ για την κατανόηση και ελπίζω να τα ξαναπούμε σύντομα.

m(_ _)m

Friday, 10 October 2014

Ινδονησία vol.2

Πού είχαμε μείνει;
Φτάσαμε στο Ubud απογευματάκι Τετάρτης. Το ξενοδοχείο μας για εκείνη τη μέρα ήταν σε ένα χωριό μακριά από το κέντρο. Αφού ξεκουραστήκαμε για λίγο στον καταπράσινο κήπο, ξεκινήσαμε για την πόλη. Η ταλαιπωρία του ταξιδιού και η ζέστη δεν άφηναν περιθώρια για πολλές δραστηριότητες οπότε αποφασίσαμε να κάνουμε μια βόλτα στους ορυζώνες του Ubud πριν καθίσουμε για φαγητό. 
Η δύση του ηλίου μας βρήκε στο ξύλινο μπαλκόνι μιας καφετέριας, περιτριγυρισμένους από χωράφια ρυζιού και μικρές καλύβες αγροτών. Την σχεδόν απόλυτη σιωπή διέκοπταν μόνο οι ήχοι βατράχων και κοκόρων. Κάποια στιγμή σύσσωμο το προσωπικό του μαγαζιού συγκεντρώθηκε μπροστά στο ιερό της καφετέριας (κάθε σπίτι, επιχείρηση και χωράφι έχει ένα μικρό ή μεγάλο ιερό) και άρχισε να ψέλνει. Ήταν η ώρα για τις βραδινές προσφορές. Τους παρακολουθήσαμε να προσεύχονται όλοι μαζί και μετά να αφήνουν μικρά δισκάκια με λουλούδια και αρωματικά στικ στο έδαφος πριν επιστρέψουν στη δουλειά. Κάπως έτσι κυλάει η καθημερινότητα στο Μπαλί. Οι μικρές και μεγάλες τελετές καθορίζουν τους ρυθμούς της ζωής, τις δουλειές της ημέρας, τον καταμερισμό πόρων.
Την επόμενη ημέρα είχαμε αποφασίσει να πάρουμε μέρος σε μια εκδρομή με ποδήλατα, οπότε αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στο ξενοδοχείο για να ξεκουραστούμε. Ο πιτσιρικάς οδηγός του ξενοδοχείου ήρθε να μας πάρει από το κέντρο και πριν καλά καλά το καταλάβουμε η μέρα είχε τελειώσει.

Το πρωί δεν προλάβαμε να σηκωθούμε και το προσωπικό του ξενοδοχείου μας έφερε πρωινό στην αυλή. Καθίσαμε στη μικρή βεράντα και απολαύσαμε την ηρεμία του χαράματος.
Λίγο αργότερα ήμασταν πάλι στο κέντρο και περιμέναμε τον οδηγό του ταξιδιωτικού γραφείου για να ξεκινήσουμε. Μόλις έφτασε μας ενημέρωσε πως θα σταματούσαμε σε ένα ξενοδοχείο έξω από την πόλη για να πάρουμε 2 Γάλλους. Οι πρώτες ώρες μαζί τους ήταν δύσκολες καθώς το ηλικιωμένο πλην δραστήριο ζευγάρι από τη Βρετάνη μιλούσε ελάχιστα αγγλικά. 
Σταματήσαμε σε μια φυτεία καφέ και οι προσπάθειες του νεαρού ξεναγού να μας εξηγήσει τι είναι ο καφές Luwak αποδείχτηκαν άσκοπες μέχρι που ένας συνάδελφός του επενέβη και τους εξήγησε πως πρόκειται για… café au caca! Αυτό φυσικά οδήγησε σε περισσότερες ερωτήσεις, τις οποίες προσπαθήσαμε να απαντήσουμε συνδυάζοντας αγγλικά με γαλλική προφορά, σκόρπιες γαλλικές λέξεις και φυσικά χειρονομίες. Κάπου εκεί έσπασε ο πάγος και αρχίσαν να προσπαθούν λίγο παραπάνω να γίνουν κατανοητοί.
Μετά τη φυτεία πήραμε τα ποδήλατα και ξεκινήσαμε την κατηφορική διαδρομή 30 χιλιομέτρων μέσα από φυτείες και οικισμούς μέχρι το χωριό του οδηγού μας. 
Που και που σταματούσαμε για φωτογραφίες ή νερό, μέχρι που φτάσαμε σε ένα ναό στην άκρη ενός χωριού. Οι άντρες του χωριού ήταν καθισμένοι στη σκιά ενός δέντρου έτσι ώστε να σχηματίζουν κύκλο. Παραδίπλα ήταν καθισμένοι μερικοί ακόμη που κρατούσαν κόκορες. "Προπόνηση για κοκορομαχία!" ανακοίνωσε ο οδηγός μας. "Τι λέει; Τι κάνουν;" με ρώτησε η Γαλλίδα. Προσπάθησα να της εξηγήσω πως βάζουν τα έρημα τα πουλερικά να μονομαχήσουν μέχρι θανάτου με πρόσχημα τις θυσίες στους θεούς αλλά συνέχισε να μονολογεί "Α, τα καημένα". Η αλήθεια είναι πως δεν συμπαθώ πολύ τις κότες αλλά δεν μπορούσα παρά να συμφωνήσω.
Συνεχίσαμε το δρόμο μας καθώς η ζέστη ήταν ανυπόφορη και θέλαμε να φτάσουμε μια ώρα αρχύτερα στον προορισμό μας.
Όταν τελικά περάσαμε τα τελευταία χωράφια και ο οδηγός μας ανακοίνωσε πως το επόμενο χωριό είναι το δικό του, είχαμε ήδη καεί από τον ήλιο και μπορούσαμε να μετρήσουμε τις προμήθειες νερού μας σε σταγόνες.
Λίγο αργότερα φτάσαμε στο σπίτι του, όπου μας περίμενε ένα πλούσιο γεύμα. Αφού φάγαμε και ανταλλάξαμε email με τους Γάλλους, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Τα σχέδιά μας για την επόμενη μέρα ήταν εξίσου απαιτητικά, οπότε έπρεπε να ξεκουραστούμε λίγο. Αυτή τη φορά το ξενοδοχείο μας ήταν στο κέντρο, οπότε δεν δυσκολευτήκαμε να το βρούμε. Καθίσαμε για λίγο στην αυλή αλλά η κούραση και τα κουνούπια δεν άφηναν πολλά περιθώρια. 
Το επόμενο πρωί πήγαμε τρέχοντας σε ένα κοντινό spa για μασάζ πριν έρθει ο οδηγός μας να μας πάρει για την εκδρομή της ημέρας. Χαλαροί και φρεσκολουσμένοι καθίσαμε στη ρεσεψιόν του ξενοδοχείου μας περιμένοντας να πάει 11. Εκεί πιάσαμε κουβέντα με τον Wayan (το Wayan είναι κάτι σαν το ελληνικό Γιώργος, οπότε ο συγκεκριμένος ήταν ο 4ος που γνωρίσαμε), ο οποίος είχε δουλέψει σε κρουαζιερόπλοιο, οπότε είχε πάει σε δεκάδες ελληνικά νησιά.
Λίγο αργότερα έφτασε ο Dima οπότε χαιρετίσαμε τον Wayan και ξεκινήσαμε για το ναό Uluwatu. Ο ναός είναι χτίστηκε πριν από 1000 χρόνια σε ένα βράχο στην άκρη της χερσονήσου Bukit. Πολλά από τα κτίρια είναι τόσο κοντά στο νερό, που τα κύματα του Ειρηνικού φτάνουν στον περίβολό τους. 
Αφού απολαύσαμε τη θέα, κατευθυνθήκαμε προς ένα βράχο που είναι προσβάσιμος μόνο κατά την άμπωτη. 
Ηλικιωμένοι ιερείς είχαν καθίσει σε μια σκιά και αγνοούσαν τους τουρίστες που τους φωτογράφιζαν. Ένας από τους ιερείς μας έκανε νεύμα να πάμε προς την άλλη πλευρά. Εκεί μας περίμενε μια πηγή με αγίασμα, από το οποίο μας είπαν να πιούμε και να πλύνουμε το πρόσωπό μας. Στη συνέχεια τοποθέτησαν στο μέτωπό μας κάτι κόκκους ρυζιού (λογικά το αντίστοιχο του λαδιού που χρησιμοποιούμε εμείς). Το ρύζι άρχισε να ξεκολλάει από το μέτωπό μας σχεδόν αμέσως αλλά περιμέναμε να απομακρυνθούμε πριν το ξεπλύνουμε. 
Καθαροί και ελεύθεροι από ρύζια και ευλογίες, ξεκινήσαμε για το ναό Tanah Lot, όπου επρόκειτο να δούμε το χορό Κέτσακ, ή χορό της φωτιάς. Η διαδρομή ήταν ατελείωτη, καθώς εκείνη τη μέρα όλοι οι τουρίστες στην Ινδονησία (και την ευρύτερη περιοχή) αποφάσισαν να κάνουν το ίδιο. Όταν τελικά φτάσαμε είχε ήδη πάει 4. Ο χορός θα ξεκινούσε λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα οπότε είχαμε αρκετή ώρα στη διάθεσή μας. Στην είσοδο  υπήρχε μια μεγάλη πινακίδα που μας προειδοποιούσε πως στο χόρο ζουν μαϊμούδες. Μετάφραση: Θα σας κλέψουν ό,τι εξέχει/κρέμεται/ζυγίζει λιγότερο από 10 κιλά. Αφού εξαφανίσαμε πορτοφόλια, καπέλα και γυαλιά, ασφαλίσαμε τη φωτογραφική και ξεκινήσαμε. Στην αυλή υπήρχαν όντως δεκάδες μαϊμούδες. Δεν φαίνονταν πολύ επιθετικές αλλά δεν είχαμε σκοπό να δοκιμάσουμε τα όριά τους. Συνεχίσαμε προς το εσωτερικό και από εκεί προς ένα βράχο στην άκρη του λόφου, από όπου μπορούσαμε να δούμε το ναό και τη γύρω περιοχή. Ο δυνατός ήλιος δεν άφηνε πολλά περιθώρια για φωτογραφίες και εφόσον δεν υπήρχαν τριγύρω μαϊμούδες, αποφάσισα να βάλω γυαλιά ηλίου. Λίγο παρακάτω έγειρα σε ένα τοιχάκι για να βγάλω τη φωτογραφία που ακολουθεί.

"Έρχεται, έρχεται! Έρχεται!" Η πανικόβλητη φωνή του Γκάκου με βρήκε απροετοίμαστη. Λίγο η ζέστη, λίγο η κούραση, πάγωσα κυριολεκτικά και μεταφορικά. Έρχεται πλοίο; Έριξα μια ματιά από το viewfinder της μηχανής αλλά δεν είδα κάτι. Έρχεται φίδι; Μου κόπηκε η ανάσα. Ξαφνικά ένιωσα κάτι να μου τραβάει τα μαλλιά. Γυρίζω απότομα και τι να δω; Μια μαϊμού μου είχε αρπάξει τα γυαλιά (και μαζί και 2 τούφες μαλλιά) και είχε αρχίσει να τρέχει! Άρχισα να φωνάζω μέσα στα νεύρα λες και η μαϊμού θα καταλάβαινε και θα μου ζητούσε συγνώμη.
Μετά από μερικές άκαρπες προσπάθειες να ανταλλάξω τα γυαλιά με κάτι κρακεράκια που είχα στην τσάντα μου, έμαθα πως οι μαϊμούδες δεν καταλαβαίνουν την έννοια του χέρι με χέρι και αποφάσισα να απευθυνθώ σε κάποιον με περισσότερη εμπειρία. Λίγο παραπέρα καθόταν μια γιαγιά που έφτιαχνε και πουλούσε κάτι πολύ κακόγουστα βραχιολάκια. "Excuse me! That monkey over there stole my glasses. Can you help me?" Η γιαγιά δεν φαινόταν να μιλάει λέξη αγγλικά αλλά έριξε μια ματιά σε εμένα, άλλη μία στη μαϊμου και σηκώθηκε. Μερικά πράγματα τα καταλαβαίνεις και χωρίς υποτίτλους. 
Μόλις φτάσαμε στη μαϊμού, η γιαγιά έβγαλε από την τσέπη της μια μικρή σοκολάτα και την έδωσε στη μαϊμού. Η μαϊμού την πήρε χωρίς δεύτερη σκέψη και άρχισε να μασουλάει το περιτύλιγμα. Τι στο καλό, σκέφτηκα, τώρα έχει και τα γυαλιά και τη σοκολάτα. Η γιαγιά έβγαλε άλλη μια σοκολάτα και την έδωσε στη μαϊμού, η οποία δεν είχε ελεύθερο χέρι για να την πάρει και αναγκάστηκε να ρίξει τα γυαλιά μου στο έδαφος! Η γιαγιά τα άρπαξε αμέσως και έκανε πως τα ίσιωνε, περιμένοντας να της δώσω λεφτά. Κάπου εκεί κατάλαβα πως η γιαγιά δεν έβγαζε το ψωμί της από κακόγουστα βραχιολάκια, αλλά από χαζοτουρίστες σαν εμένα.
 
Εκνευρισμένοι και κουρασμένοι γυρίσαμε στο ναό, καθώς λίγο αργότερα θα ξεκινούσε ο χορός. Παρά το γεγονός πως το ανοιχτό αμφιθέατρο ήταν ακόμη άδειο, ένα ζευγάρι νεόπλουτων Τούρκων ήρθε και κάθισε ακριβώς δίπλα μας. Το να σου φαίνεται κάποιος ενοχλητικός είναι, τελικά, πολύ καλύτερο από το να καταλαβαίνεις τι λέει και πόσο εκνευριστικός είναι. Για τις επόμενες 2 ώρες δεν σταμάτησαν να σχολιάζουν τα πάντα και να παραπονιούνται πως δεν καταλάβαιναν τι έλεγε ο Ινδονήσιος παρουσιαστής (ανάμεσα στους >1000 τουρίστες δεν νομίζω πως ήταν οι μόνοι που δεν μιλούσαν Μπαχάσα). Έτοιμο το είχα το "sus" αλλά μετά πλάκωσαν 2 λεωφορεία με Ιάπωνες, οι οποίοι αποδείχτηκαν μεγαλύτερη πληγή. Πέρα από το ότι δεν σταμάτησαν να σχολιάζουν, προς το τέλος της παράστασης (ακριβώς τη στιγμή που ξεκίνησε και η μικρής διάρκειας φωτιά) απόφασισαν να σηκωθούν και να φύγουν, με αποτέλεσμα να μπλοκάρουν το οπτικό πεδίο όλων των υπολοίπων. Έλεος! 
Όταν τελικά μπήκαμε στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε για το Ubud, η σκέψη πως η τελευταία μέρα μας στο Μπαλί έληξε τόσο άδοξα μου προκάλεσε ανακούφιση. Δεν ξέρω αν θα μου έκανε καρδιά να φύγω αν είχα μόνο καλές αναμνήσεις (και αλώβητα γυαλιά ηλίου). 
2 ώρες αργότερα ήμασταν καθισμένοι στην αυλή του ξενοδοχείου, πίνοντας Bintang και τρώγοντας Ikan bakar. 24 ώρες αργότερα ήμασταν στο Τόκυο, έτοιμοι να επιστρέψουμε στην καθημερινότητα. 

Wednesday, 1 October 2014

Ινδονησία

Αυτή τη φορά λέω να αφήσω τις δικαιολογίες σχετικά με το γιατί έκανα μήνες να γράψω κάτι και να περάσω κατευθείαν στο ψητό. Στο ινδονησιακό ψητό. Στο ινδονησιακό ψητό ψάρι και άλλες λιχουδιές που δοκίμασα στο πρόσφατο 10ήμερο ταξίδι μου στο Μπαλί και τη Τζάβα. Εντάξει σχήμα λόγου ήταν αυτό με το ψάρι. Η αλήθεια είναι πως το φαγητό με εντυπωσίασε λιγότερο από ο,τιδήποτε οπότε δεν έχω σκοπό να κάνω την παραμικρή αναφορά σε αυτό.
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Η Ινδονησία δεν είναι πάρα πολύ μακριά από την Ιαπωνία αλλά οι απευθείας πτήσεις θα μας κόστιζαν περισσότερο από διαμονή για 2 εβδομάδες οπότε καταφύγαμε στην AirAsia και κάναμε μια στάση Kuala Lumpur (Μαλαισία, για όσους δεν το πολυέχουν με τη γεωγραφία).
Ρίξαμε ένα υπνάκο στο αεροδρόμιο, άλλο ένα στο αεροπλάνο και λίγες ώρες μετά ήμασταν στο εξωτικό Μπαλί. Συνήθως λέμε εξωτικό και η πρώτη σκέψη μας είναι θέρετρα σε καταγάλανες παραλίες αλλά οι πρώτες εικόνες μόλις βγήκαμε από το αεροδρόμιο περιλάμβαναν κότες, χωράφια και κυκλοφοριακό. Δεν είχαμε σκοπό να μείνουμε στα παραλιακά θέρετρα του νότου, καθώς είναι γεμάτα με μεθυσμένους ανήλικους Αυστραλούς και οργανωμένα γκρουπ (ακόμη χειρότερα). Ξεκινήσαμε γραμμή για το Ubud, το οποίο οι ταξιδιωτικοί οδηγοί περιγράφουν ως arts and crafts hub, centre of arts and culture και άλλα παραπλανητικά. Με δεδομένο πως δεν έχω δει το Eat, Pray, Love οι προσδοκίες που μου δημιούργησαν οι ταξιδιωτικοί οδηγοί δεν είχαν καμία σχέση την πραγματικότητα. Περίμενα να δω 40άρηδες δυτικούς να περιφέρονται με το στρωματάκι της γιόγκα, εστιατόρια για χορτοφάγους και μια γενικότερη γαλήνη. Αυτό που βρήκα ήταν ένα πολύχρωμο χάος που κινείται σε ρυθμούς που στα μάτια του επισκέπτη μοιάζουν να μην ακολουθούν κανένα λογικό κανόνα. Με άλλα λόγια παράδεισος.
Τις πρώτες 3 ημέρες τις περάσαμε στο Ubud. Δεν θα σας πω λεπτομέρειες αλλά μπορείτε να βρείτε δεκάδες φωτογραφίες εδώ. 
Την 4η μέρα πήγαμε στη Τζάβα για ένα βράδυ. Γιατί πήγαμε; Για τα 2 μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς στην πόλη Jogja, το Borobudur και το Prambanan. Αποφασίσαμε πως οι πιθανότητες να επιστρέψουμε στην Ινδονησία μέσα στα επόμενα 5-10 χρόνια είναι μηδαμινές, ενώ υπάρχει πάντα η πιθανότητα τα μνημεία να καταστραφούν με την επόμενη ηφαιστειακή έκρηξη/σεισμό. 
Ωραία ήταν και η  Jogja αλλά τι να σου κάνει 1 μέρα, ειδικά όταν περνάς τη μισή κάτω από τον καυτό ήλιο; 
Γυρίσαμε, λοιπόν στο Μπαλί και πήραμε το δρόμο προς τη βόρεια πλευρά του νησιού. Ο οδηγός που μας είχε στείλει το ξενοδοχείο μας ξενάγησε σε φυτείες καφέ, ορυζώνες και ναούς με την προϋπόθεση να πούμε ψέματα στο ξενοδοχείο πως πέσαμε σε κίνηση. Φυσικά και δεν είχαμε κανένα πρόβλημα να πούμε ψέματα, όλος ο κόσμος ξέρει πως η κίνηση στο Μπαλί είναι φρικτή! 
Φτάσαμε με τα πολλά στην παραλία Λοβίνα και κάναμε το πρώτο μας μπάνιο στις θάλασσες του ισημερινού (και το πρώτο μπάνιο της χρονιάς, παρά το γεγονός πως ζούμε σε νησιωτικό κράτος). Μην περιμένετε να σας πω πως τα καταγάλανα νερά μαγεύουν τον επισκέπτη κτλ.. Αν υπάρχουν όντως καταγάλανες παραλίες στο Μπαλί, σίγουρα δεν βρίσκονται στη βόρεια πλευρά. Ήταν βέβαια καθαρά και η παραλία ήταν καλυμμένη με χοντρή μαύρη άμμο αλλά ήταν επίσης κατειλλημένη με βάρκες, σημαιούλες από μαγαζιά και ξενοδοχεία και άλλα τέτοια άχρηστα.
Την επόμενη μέρα πήγαμε στον Εθνικό Δρυμό Δυτικού Μπαλί, όπου κάναμε μια βόλτα στη ζούγκλα με ξεναγό από το πάρκο. Μας είπε κάποια βασικά πράγματα για το δάσος και στη συνέχεια κάναμε μια 2ωρη βόλτα αναζητώντας διάφορα ζώα που ζουν εκεί. Το πρώτο που είδαμε ήταν ο γκρι μακάκος ο οποίος δεν φοβάται να πλησιάσει τους ανθρώπους. Το δεύτερο, μετά από αρκετή προσπάθεια, ήταν τα μαύρα μαϊμουδάκια που ζουν στα κλαδιά ψηλών δέντρων και τα οποία αποφεύγουν κάθε επαφή με τους ανθρώπους. Τα είδαμε από μακριά και όταν πλησιάσαμε τα μισά κρύφτηκαν ενώ τα άλλα μας κοιτούσαν με γουρλωμένα μάτια και μας πέταξαν και βελανίδια (ή κάτι τέτοιο) 1-2 φορές για να φύγουμε.
Αργότερα συναντήσαμε ένα ελάφι, το οποίο το έβαλε στα πόδια μόλις μας πήρε χαμπάρι. Κάπου εκεί θυμήθηκα την τελευταία φορά που ήμασταν σε ζούγκλα, στην Οκινάουα και σκέφτηκα να ρωτήσω αν υπάρχουν φίδια τριγύρω.
"Φυσικά" μου απάντησε ο ξεναγός μας και άρχισε να απαριθμεί κόμπρες, πύθωνες, πράσινους κροταλίες και άλλα τέτοια ευχάριστα. Μας είπε, βέβαια, να μην ανησυχούμε γιατί τα περισσότερα από αυτά τα είδη αποφεύγουν τους ανθρώπους όσο το δυνατόν περισσότερο. Ησύχασα.
Είχαμε φτάσει σχεδόν στο τέλος της διαδρομής όταν ξαφνικά ακούσαμε ένα περίεργο θόρυβο, σαν κάτι μεγάλο να κινείται πάνω σε ξεραμένα χόρτα. "Βαράνος!" αναφώνησε ο ξεναγός με χαρά αλλά ο βαράνος (monitor lizard) είχε ήδη εξαφανιστεί.  Ένα ερπετό που δεν φοβόμασταν και ούτε μια ματιά δεν προλάβαμε να του ρίξουμε!
Μετά από μια χαλαρή μέρα στην παραλία γυρίσαμε στο Ubud. Αυτή τη φορά ο οδηγός μας πήγε σε ένα εστιατόριο με θέα στα 2 ηφαίστεια του νησιού: το Agung και το Batur.  Μετά από μια 2ωρη στάση για μεσημεριανό, καφέ και φωτογραφίες συνεχίσαμε το δρόμο μας. Λίγο αργότερα σταματήσαμε σε άλλο ένα ορυζώνα, αυτή τη φορά γεμάτο τουρίστες. Βγάλαμε μερικές φωτογραφίες και φύγαμε, μη θέλωντας να χαλάσουμε τόσο γρήγορα την ήρεμη διάθεση του βορρά. Λίγο αργότερα θα φτάναμε στο Ubud οπότε δεν θέλαμε να χαραμίσουμε όσες ήρεμες στιγμές μας είχαν μείνει…

(το 2ο μέρος ακολουθεί. κάποια στιγμή. σύντομα.)

Monday, 24 February 2014

Είδα φως...

Μετά από απουσία 2,5 μηνών (κυρίως λόγω τεμπελιάς) είπα να γράψω 2 κουβέντες για τις πρόσφατες περιηγήσεις μου. 

Μετά την τελευταία μου ανάρτηση βρέθηκα στο μικρό χωριό Ένακυο για το ετήσιο μάζεμα των μήλων.  Από εκεί επισκέφτηκα και το γειτονικό κάστρο Ινουγιάμα, από τα παλιότερα και πιο καλοδιατηρημένα στη χώρα. Οι αμέτρητοι τουρίστες και οι σκαλωσιές γύρω από το κτίριο ίσως να μην το κολάκευαν, η θέα από το παρατηρητήριό του όμως ήταν μοναδική. 
Λίγο πριν την Πρωτοχρονιά πήγα επιτέλους στη μικρή πόλη Χακόνε, που σύμφωνα με όλους τους τουριστικούς οδηγούς είναι στα must see αξιοθέατα της χώρας. Η μικρή απόσταση από το όρος Φούτζι και η γαλάζια λίμνη στην οποία καθρεφτίζεται το αγαπημένο βουνό των Ιαπώνων θα αρκούσαν για να καταστήσουν το Χακόνε τουριστικό προορισμό. Χάρη όμως στα θερμά λουτρά και τη φυσική ομορφιά της περιοχής, το Χακόνε έχει αποκτήσει ειδικό στάτους στα ταξιδιωτικά πακέτα ντόπιων και ξένων.
Το νέο έτος με βρήκε στην Οσάκα, από όπου έκανα καθημερινές εξορμήσεις στο γειτονικό Κυότο.  Μετά από τουλάχιστον 10 επισκέψεις στην ιστορική πόλη και ακόμη δεν έχω δει όλα όσα έχει να προσφέρει.  
 Αυτή τη φορά στη λίστα μας ήταν το κάστρο και μισή ντουζίνα ναοί.  Ο καλός καιρός επέτρεψε να νοικιάσουμε ποδήλατα για τις βόλτες μας οπότε γλιτώσαμε αρκετό χρόνο αναμονής για τραίνα και λεωφορεία. 
Η επιστροφή στο Τόκυο ήταν για λίγο, καθώς μερικές μέρες μετά τις γιορτές ξεκίνησα το -ατελείωτο- ταξίδι για την Ελλάδα. Μετά από κάτι παραπάνω από 24 ώρες αφότου άφησα πίσω μου το Τόκυο, έφτασα στην ηλιόλουστη Αλεξανδρούπολη, από όπου με παρέλαβε η επιτροπή υποδοχής της οικογένειας.
 
Ο καιρός όμως περνάει γρήγορα όταν περνάς ωραία. Μετά από 2 εβδομάδες στην Ξάνθη και λίγες μέρες στην Αθήνα, πήρα και πάλι το δρόμο της επιστροφής. 
Έφτασα στο Τόκυο πάνω στην ώρα για τις φοβερές χιονοθύελες που είδατε στις ειδήσεις. 
Αυτές τις μέρες το κρύο έχει υποχωρήσει και τα χιόνια έχουν λιώσει στο Τόκυο. Οι ορεινές περιοχές, ωστόσο, παραμένουν ντυμένες στα λευκά εν αναμονή της άνοιξης.  Ας ελπίσουμε πως δεν είναι μακριά.


Friday, 13 December 2013

Γιακουσίμα, το καταπράσινο νησί

Μετά από μήνες απουσίας από το blog, βρήκα επιτέλους το χρόνο να επιστρέψω με φωτογραφίες από ένα ταξιδάκι που έκανα στις αρχές Σεπτεμβρίου. 


Το νησί Γιακουσίμα βρίσκεται κοντά στο νοτιότερο από τα 4 μεγάλα νησιά, το Κιούσου. 
Μεγάλο τμήμα του νησιού καλύπτεται από ένα καταπράσινο υγροβιότοπο που αποτελεί Παγκόσμια Φυσική Κληρονομιά της UNESCO.  Οι ελάχιστοι κάτοικοι του νησιού περιορίζονται στους παραλιακούς οικισμούς κατά μήκος του δρόμου που κάνει τον κύκλο του νησιού.
Φτάνουμε με αεροπλάνο από τη γειτονική πόλη Καγκοσίμα και ξεκινάμε για το πανδοχείο με το αυτοκίνητο που έχουμε νοικιάσει.  Είναι απόγευμα και ο ήλιος έχει αρχίσει να δύει. Μέχρι να φτάσουμε  έχει ήδη σκοτεινιάσει και ο ιδιοκτήτης-ρεσεψιονίστ μοιάζει βιαστικός. "Ελάτε, ελάτε! Όπου να 'ναι σβήνουν τα φώτα και μετά δεν θα βλέπετε ούτε τη μύτη σας"
Τον κοιτάμε με απορία αλλά αποφασίζουμε πως κάτι παραπάνω θα ξέρει. Στον κοινόχρηστο χώρο μας περιμένει το δείπνο μας καθώς το νησί δεν διαθέτει πολλά εστιατόρια. Καθώς τρώμε, ο ιδιοκτήτης μας εξηγεί κάποια βασικά πράγματα για το νησί και μας ρωτάει τι έχουμε σκοπό να κάνουμε. Οι περισσότεροι έρχονται για ορειβασία και εμείς δεν αποτελούμε εξαίρεση. Του εξηγούμε πως την επόμενη μέρα θέλουμε να πάμε στο Τζόμον-σούγκι , ένα δέντρο μεταξύ 2000 και 7000 ετών. 
"Πάρα πολύ ωραία! Θα πρέπει να ξυπνήσετε κατά τις 3 για να προλάβετε το λεωφορείο που θα σας αφήσει στην είσοδο του μονοπατιού. Το πρώτο δρομολόγιο είναι στις 4 αλλά θα σας πάρει λίγη ώρα να φτάσετε ως τη στάση μέσα στη νύχτα. Άσε που ο δρόμος είναι γεμάτος ελάφια."  Κοιταζόμαστε με απορία. 3; Ακολουθεί ένας καταιγισμός πληροφοριών: Το μονοπάτι είναι σε πολύ καλή κατάσταση και αν ο καιρός είναι καλός η διαδρομή θα μας πάρει μόνο 10 ώρες. Αν, βέβαια, έχει πολύ  κόσμο μπορεί να πάρει μέχρι και 12. Στη μέση της διαδρομής υπάρχει μια πηγή αλλά καλό θα ήταν να κουβαλήσουμε τουλάχιστον 3 λίτρα νερό ο καθένας.  Το φαγητό μας θα το πάρουμε από το ξενοδοχείο, καθώς δεν θα βρούμε ανοιχτά μαγαζιά μέσα στη νύχτα. 
Κάποια στιγμή συνειδητοποιεί πως τον κοιτάμε με γουρλώμένα μάτια  "Όχι, μην αγχώνεστε! Είναι εύκολη διαδρομη! Απλά είναι πολλές οι ώρες και θα βαρεθείτε."
Τον ευχαριστούμε και πάμε γραμμή στο δωμάτιο. Θα πρέπει να κοιμηθούμε από τις 8 αν ελπίζουμε να ξυπνήσουμε. 
Βγαίνουμε στη μικρή βεράντα και το μόνο που βλέπουμε είναι σκοτάδι. Σιγά σιγά τα μάτια μας συνηθίζουν και αρχίζουμε να διακρίνουμε λεπτομέρειες. Στον ορίζοντα βλέπουμε φώτα πλοίων ενώ  μερικά χιλιόμετρα από το ξενοδοχείο υπάρχουν μερικά σπίτια. Ξαφνικά ακούμε  την παρέα από το διπλανό δωμάτιο να φωνάζει εκστατικά "Σουγκόι! Φοβερό!" 
Βλέπουμε μια από τις κοπέλες να δείχνει προς τον ουρανό και κάνουμε ένα βήμα προς την άκρη της βεράντας για να δούμε καλύτερα. Χιλιάδες αστέρια φωτίζουν τη νύχτα, τόσα  που νομίζεις πως κάποιος στόλισε τον ουρανό με χριστουγεννιάτικα φωτάκια. Οι νύχτες στο Τόκυο μοιάζουν με μεσημέρι στη Βόρεια Ευρώπη οπότε τα αστέρια, ειδικά σε γκρουπ άνω των 3, σπανίζουν. Καθόμαστε και χαζεύουμε λίγο ακόμη αλλά κούραση της ημέρας και η σκέψη του πρωινού εγερτηρίου αρχίζουν να μας καταβάλουν οπότε αποφασίζουμε πως ήρθε η ώρα να αποσυρθούμε.

Λίγες ώρες αργότερα ο ιδιοκτήτης του πανδοχείου μας περιμένει στην έξοδο με νερό και φαγητό για όλη την ημέρα. "Καλό δρόμο! Να προσέχετε τα ελάφια!"
Δεν υπερβάλλει. Κάθε λίγο και λιγάκι φρενάρουμε απότομα για να αποφύγουμε τη σύγκρουση με κοπάδια ελαφιών που έχουν κατέβει από το δάσος και ανακατεύουν τα σκουπίδια στις εισόδους σπιτιών. Καταφέρνουμε να φτάσουμε στη στάση του λεωφορείου και είμαστε στο τέλος της ουράς. Λίγο ακόμη να αργούσαμε και θα αναγκαζόμασταν να περιμένουμε το επόμενο δρομολόγιο. Μια ώρα αργότερα και μετά από ένα γρήγορο υπνάκο στο λεωφορείο, φτάνουμε στην είσοδο του μονοπατιού. Τρώμε στα γρήγορα το πρωινό μας και ξεκινάμε για να αποφύγουμε τα πλήθη. 

Η διαδρομή είναι εύκολη αλλά η έλλειψη ύπνου και καφεΐνης καθιστούν κάθε βήμα μαρτύριο. Περπατάμε με τα μάτια μισόκλειστα και δεν ανταλλάσσουμε κουβέντα για ώρες. Κάποια στιγμή μέσα στο λήθαργό μου βλέπω με την άκρη του ματιού μου κίνηση στον κορμό ενός δέντρου. Πάει, έχω παραισθήσεις. Γιατί δεν πήρα ένα καφέ μαζί μου; Ξανακοιτάω και συνειδητοποιώ πως δεν πρόκειται για παραίσθηση: Μια μικρή μαϊμού έχει σκαρφαλώσει στο κλαδί ενός δέντρου και μας παρατηρεί. "Γκάκου! Κοίτα! Μαϊμού! Στο δέντρο!" Από τον ενθουσιασμό μου έχω αρχίσει να φωνάζω οπότε η μικρή μαϊμού εξαφανίζεται πανικόβλητη.
Κάπως έτσι ξυπνάμε και αρχίζουμε να απολαμβάνουμε τη διαδρομή. Το μονοπάτι είναι σε καλή κατάσταση αλλά μεγάλο τμήμα του καλύπτεται από ένα μικρό σιδηρόδρομο, απομεινάρι της εποχής που επιτρεπόταν η υλοτομία. Τα ψηλά δέντρα δημιοουργούν μια ευχάριστη σκιά. Οι λιγοστές ηλιαχτίδες δημιουργούν μια υπέροχη ατμόσφαιρα.  
Μετά από αρκετές ώρες φτάνουμε επιτέλους στον προορισμό μας: το δέντρο Τζόμον-σούγκι. Είναι το μεγαλύτερο και αρχαιότερο ζωντανό δέντρο στο νησί, με ύψος 25 μέτρων και  περιφέρεια κορμού 16 μέτρων. 
Χαζεύουμε για λίγο πριν πάρουμε το δρόμο της επιστροφής αλλά αρχίζουν να καταφτάνουν γκρουπ οπότε απομακρυνόμαστε από τη φασαρία. 
Περπατάμε για ώρες, αυτή τη φορά με λίγο καλύτερη διάθεση. 
Κάνουμε μια στάση στο ποτάμι που διασχίζει το δάσος και καθόμαστε να φάμε. Το παγωμένο νερό κάνει θαύματα για τα κουρασμένα πόδια μας αλλά η ώρα περνάει γρήγορα. Μη θέλωντας να χάσουμε το επόμενο λεωφορείο σηκωνόμαστε βιαστικά. 
Λίγες ώρες αργότερα είμαστε στο ξενοδοχείο. Το βραδινό είναι έτοιμο και δεν περιμένουμε δευτερόλεπτο. Φάγητο, μπάνιο και πάμε για ύπνο ως το 2015. 
"Αύριο τα χαράματα θα ξεναγήσω κάποιους από τους ενοίκους στη γειτονική παραλία. Αυτή την εποχή βγαίνουν από το αυγό τους και οι τελευταίες θαλάσσιες χελώνες οπότε θα τις δούμε να πηγαίνουν προς τον ωκεανό. Κατά τις 6 λέμε. Θα έρθετε;"
Πάει ο ύπνος αλλά τι να κάνεις; Θαλάσσιες χελώνες είναι αυτές.
Τρώμε βιαστικά, κάνουμε μπάνιο και πριν καλά καλά σκοτεινιάσει καταρρέουμε στο τατάμι μας. 

Το επόμενο πρωί φτάνουμε στην παραλία με το πρώτο φως. Ο ξεναγός μας ψάχνει για αυγά μέσα στην άμμο. Περνάει αρκετή ώρα και πάνω που αρχίζουμε να βαριόμαστε τον ακούμε να μας φωνάζει από μακριά. Τρέχουμε προς το μέρος του και μας δείχνει 3 μικροσκοπικά χελωνάκια να παλεύουν να φτάσουν στο νερό. Η απόσταση είναι μικρή, γύρω στα 20 μέτρα, αλλά τα εμπόδια πολλά. Κλαδιά, πέτρες, λακούβες… Τα χελωνάκια παλεύουν με τα στοιχεία της φύσης! 
Όταν τελικά τα καταφέρνουν να πλησιάσουν στο νερό, τα κύματα τα παρασύρουν αμέσως. Αποστολή εξετελέσθη!
Η υπόλοιπη μέρα περνάει με βόλτες σε καταρράκτες και ποταμούς. Το βραδάκι καθόμαστε στην παραλία και βλέπουμε τον ήλιο να δύει στον κατακόκκινο ορίζοντα. Λίγα λεπτά αργότερα έχουμε βυθιστεί στο σκοτάδι. Μα τι στο καλό; Είναι δυνατόν να σκοτεινιάζει τόσο γρήγορα; Εξαντλημένοι ακόμη από την επίσκεψη στο Τζόμον-σούγκι και έχοντας κατά νου πως την επόμενη μέρα θα χρειαστούμε τις δυνάμεις μας, αποφασίζουμε να συνεχίσουμε την παράδοση των τελευταίων ημερών πηγαίνοντας για ύπνο με τις κότες. 
Την επόμενη μέρα ξεκινάμε για την κοιλάδα Σιρατάνι, πηγή έμπνευσης για για την ταινία Πριγκίπισσα Μονονόκε (αν έχουμε anime fans).
Η διαδρομή αυτή τη φορά είναι πιο εύκολη και πολύ πιο σύντομη. Τριγυρνάμε για μερικές ώρες, τρώμε μεσημεριανό, κυνηγιόμαστε με  ένα μικρό ελάφι που προσπαθεί να πλησιάσει το φαγητό μας. Η ώρα περνάει. Αποφασίζουμε να κάνουμε το γύρο του νησιού με το αυτοκίνητο, καθώς έχουμε ακούσει πως στη νότια πλευρά ο δρόμος είναι γεμάτος άγρια ζώα. Βλέπουμε ολόκληρες οικογένειες ελαφιών, ένα τανούκι και πού και πού καμία μαϊμού. Ο δρόμος είναι στενός οπότε δεν μπορούμε να σταματήσουμε. 
Συνεχίζουμε ώσπου φτάνουμε στο φάρο του νησιού. Θέλουμε να δούμε τη δύση του ηλίου αλλά οι δυνατοί άνεμοι μας αναγκάζουν να φύγουμε. "Έρχεται τυφώνας" μας είχε πει ο ξενοδόχος πριν φύγουμε το πρωί. Αλήθεια έλεγε. 
Σύμφωνα με τους ντόπιους, στη Γιακουσίμα βρέχει "35 μέρες το μήνα" ενώ οι περισσότεροι  τυφώνες που πλήττουν την περιοχή κάνουν απαραίτητα μια στάση στο νησί. 
Η επόμενη μέρα είναι η τελευταία μας στο νησί και ελπίζουμε πως η καταιγίδα θα έχει περάσει ως τότε. Είμαστε τυχεροί, καθώς ο τυφώνας περνάει ανοιχτά του νησιού και κατευθύνεται γραμμή για την "ηπειρωτική" Ιαπωνία. 
Αργότερα μαθαίνουμε πως ήταν από τους μεγαλύτερους τυφώνες των τελευταίων ετών και πως προκάλεσε καταστροφές στο Κυότο ενώ έφτασε ως το Χοκκάιντο, το άλλο άκρο της χώρας!

Λίγο πριν φύγουμε από το πανδοχείο ρωτάμε τον ιδιοκτήτη που θα βρούμε μαϊμούδες. Μας εξηγεί σε ποιο σημείο του κεντρικού δρόμου μαζεύονται συνήθως και ξεκινάμε. Βρίσκουμε μια αγέλη 10-15 μαϊμούδων παρέα με 2 ελάφια. Έχουν καθίσει στη μέση του δρόμου και παίζουν. Παρκάρουμε το αυτοκίνητο σε μια άκρη και πλησιάζουμε για να βγάλουμε φωτογραφίες. Όσα αυτοκίνητα περνάνε κάνουν το ίδιο, οπότε μέσα σε λίγη ώρα  οι άνθρωποι είναι περισσότεροι από τα μαϊμουδάκια!
Μετά από μερικές περιπέτειες με τη μπαταρία του αυτοκινήτου, αλλαγές στις προγραμματισμένες πτήσεις λόγω καιρού και αγώνα δρόμου για να προλάβουμε την τελευταία πτήση, αφήνουμε πίσω μας τις φυσικές ομορφιές του νησιού και κατευθυνόμαστε προς την Καγκοσίμα. Από το αεροπλάνο βλέπουμε ένα τεράστιο σύννεφο καπνού να καλύπτει τον κόλπο.
"Αγαπητοί επιβάτες σε λίγα λεπτά θα προσγειωθούμε στο αεροδρόμιο Καγκοσίμα. Από τα παράθυρά σας μπορείτε να δείτε τον καπνό του ηφαιστείου Σακουρατζίμα, από τα πιο ενεργά στον πλανήτη." 


Thursday, 17 October 2013

Η Γιορτή της Γης

Κάθε χρόνο στα μέσα Αυγούστου το νησί Σάντο γεμίζει επισκέπτες. Ιάπωνες και ξένοι, ντυμένοι πρόχειρα και με υπνοσάκους υπό μάλης καταφτάνουν στην περιοχή που λαμβάνει χώρα η Γιορτή της Γης. 

Η Γιορτή της Γης ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του '80. Κύριοι διοργανωτές ήταν και παραμένουν τα μέλη του συγκροτήματος Κόντο, που ανακίνησε το ενδιαφέρον όχι μόνο των Ιαπώνων αλλά και του υπόλοιπου πλανήτη για το τάικο (μεγάλα ιαπωνικά κρουστά). 
Τα εκατοντάδες πρωην και νυν  μέλη του συγκροτήματος  ζουν σε ένα μικρό οικισμό του νησιού με τις οικογένειές τους. 

Οι 3 μεγάλες συναυλίες του συγκροτήματος είναι το αποκορύφωμα του φεστιβάλ, όχι όμως η μοναδική ενδιαφέρουσα πλευρά του. Κάθε χρόνο καλλιτέχνες από την Ιαπωνία και το εξωτερικό καλούνται να λάβουν μέρος, κυρίως λόγω της συμβολής τους στην αναβίωση παραδοσιακών ήχων από διάφορες περιοχές. Κατά τις πρωινές ώρες τοπικοί σύλλογοι διοργανώνουν εργαστήρια, ενώ η περιοχή του λιμανιού μεταμορφώνεται σε ένα μικρό παζάρι. 
Φτάνουμε στο Σάντο νωρίς το πρωί του Σαββάτου.  Στο το χώρο των εκδηλώσεων νοικιάζουμε ποδήλατα και ξεκινάμε για το κάμπινγκ. Από εκεί αποφασίσαμε να κάνουμε μια βόλτα στα αξιοθέατα του νησιού πριν κατευθυνθούμε προς το χώρο των εκδηλώσεων. 
Πρώτη μας στάση ένας ναός στη νότια παραλία, όπου εδώ και εκατοντάδες χρόνια οι ντόπιοι ψαρεύουν θαλασσινά με παραδοσιακές βαρκούλες ταράι-μπούνε (βάρκα-σκάφη). Φυσικά τα τελευταία χρόνια αντί για ψάρεμα εκτελούνται δρομολόγια για τουρίστες στο μικρό κόλπο.

Η περιήγηση έχει άδοξο τέλος καθώς σε ένα από τους ναούς συναντάμε ένα τεράστιο (και μάλλον δηλητηριώδες) φίδι. Αφού παίρνουμε τα ποδήλατά μας και απομακρυνόμαστε σαν τρελοί, αποφασίζουμε να γυρίσουμε στο λιμάνι για μεσημεριανό. Ο κόσμος έχει ήδη αρχίσει να αυξάνεται, ενώ κάποιοι κοιμούνται στο γρασίδι μπροστά στη σκηνή (δικαιολογούνται βέβαια, καθώς  ένας Ιαπωνας από τη Βραζιλία έχει βαλθεί να παίζει κάτι χαζοχαρούμενες μελωδίες με την κιθάρα του).  Οι πάγκοι με το φαγητό (από κορεάτικο εως φαλάφελ) αρχίζουν σιγά σιγά να γεμίζουν ουρές οπότε αποφασίζουμε πως είναι ώρα για μεσημεριανό. Μετά από μια μπυρίτσα και μπόλικο φαγητό μας παίρνει και εμάς ο ύπνος, καθώς ο κιθαρίστας δεν λέει να ζωντανέψει.
Αρχίζει να βραδιάζει και η κίνηση μεταφέρεται προς τον κύριο συναυλιακό χώρο. Η ιαπωνική οργάνωση κάνει το θαύμα της και πριν καλά καλά μπούμε στη σειρά, έχουμε φτάσει μέσα και καθόμαστε στο γρασίδι. 
Τα φώτα σβήνουν και οι πρώτοι τυμπανιστές εμφανίζονται. Οι ήχοι μας στέλνουν σε ένα κόσμο μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου, το θέαμα φυλακίζει τη ματιά. Το κάθε λεπτό μοιάζει να διαρκεί μια αιωνιότητα, όταν όμως οι διοργανωτές μας καληνυχτίζουν απορούμε πότε κιόλας πέρασε η ώρα.
Η φωτογραφία και το βίντεο απαγορεύονται κατά τη διάρκεια της συναυλίας αλλά έτσι και αλλιώς δεν σου περνάει από το μυαλό να πάρεις τα μάτια σου από τη σκηνή, έστω και για μερικές στιγμές. 
Σας παραθέτω εδώ μερικά βίντεο από παλιότερες συναυλίες τους, μια εκ των οποίων πριν αρκετά χρόνια στην Αθήνα.

    Μετά από τα παραδοσιακά "Κι άλλο, κι άλλο!" και την επιστροφή του συγκροτήματος για μερικά λεπτά, έχει έρθει η ώρα να φύγουμε. Κατευθυνόμαστε στο λιμάνι, όπου έχει στηθεί κανονικό γλέντι! 
Σε ένα από τους κεντρικούς δρόμους διοργανώνεται χορός Awa  οπότε μπαίνουμε στο χορό για λίγο. Στη μικρή σκηνή ένα γκρουπ από τη Φουκουσίμα επιδεικνύει το έθιμο-χορό Jangara Nenbutsu. Ο παρουσιαστής εξηγεί πως κάθε Αύγουστο ομάδες χορευτών επισκέπτονται οικογένειες που έχασαν κάποιο αγαπημένο τους πρόσωπο μέσα στη χρονιά.
Έχει νυχτώσει για τα καλά όταν τελικά αποφασίζουμε να επιστρέψουμε στο κάμπινγκ. Μερικές παρέες ξένων κάθονται στην παραλία και πίνουν μπύρα κάτω από τα αμέτρητα αστέρια. Άλλοι έχουν ήδη επιστρέψει στις σκηνές τους και ροχαλίζουν βαριά. 
Αποφασίζουμε να κάνουμε το ίδιο καθώς το πλοίο μας αναχωρεί χαράματα. 
Μια μέρα είναι πολύ λίγη οπότε θα πρέπει να επιστρέψω του χρόνου για περισσότερο. 

Saturday, 21 September 2013

Σαββατοκύριακο στο Πουσάν

Ο Ιούλιος με βρήκε στο τσιμεντένιο Τόκυο, όπου ο μόνος τρόπος να ξεφύγεις από τη ζέστη είναι να πας σε ένα από τα αμέτρητα εμπορικά κέντρα. Η υγρασία τις περισσότερες ημέρες ξεπερνούσε το 90% οπότε η σκιά ενός δέντρου δεν βοηθούσε ιδιαίτερα την κατάσταση. 
Οι παραλίες γυρω από το Τόκυο δεν φημίζονται για την ποιότητά τους, οπότε αποφασίσαμε να κατευθυνθούμε σε μια από τις πιο διάσημες παραλίες της Ανατολικής Ασίας, στην πόλη Πουσάν της Ν.Κορέας.
Το Πουσάν είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλης της Κορέας και ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια στον κόσμο. Βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο της κορεατικής χερσονήσου και η πτήση από το Τόκυο διαρκεί λιγότερο από 2 ώρες.
Στα αξιοθέατα της συγκαταλέγονται 2 διάσημοι ναοί, ένας εκ των οποίων είναι χτισμένος δίπλα στη θάλασσα, πράγμα σπάνιο. 
Εδώ βρίσκεται επίσης το μοναδικό νεκροταφείο του ΟΗΕ στον κόσμο.
Είναι αφιερωμένο στους στρατιώτες που έχασαν τη ζωή τους στον Πόλεμο της Κορέας, φαντάρους από δεκάδες χώρες, μεταξύ των οποίων φυσικά και η Ελλάδα (σιγά μη χάναμε ευκαιρία να θυσιάσουμε τις ζωές νέων παιδιών για ένα πόλεμο στην άλλη άκρη του κόσμου)
Οι ντόπιοι -αν και μιλούν ελάχιστα αγγλικά/ιαπωνικά- είναι φιλόξενοι και ευγενικοί, το φαγητό πεντανόστιμο, η πόλη εύκολα προσβάσιμη. 
 Παρά τη σχεδόν μηδενική εγκληματικότητα η βραδινή ζωή είναι έντονη. Ο κόσμος στους δρόμους είναι πολύς, trendy  (οι Κορεάτες έχουν κόλλημα με τη μόδα) και καλοδιάθετος. Παρέες κάθε ηλικίας σταματούν στις καντίνες και τους πλανόδιους που πουλάνε το τοπικό "βρώμικο". 
Το επόμενο πρωί κατευθυνόμαστε για την ψαραγορά Jagalchi. Πωλητές κάθε ηλικίας μας καλούν να δοκιμάσουμε την πραμάτεια τους και  βροντοφωνάζουν πως "σπαρταράει".
Καταλήγουμε σε ένα από τα ψαράδικα-εστιατόρια, όπου απολαμβάνουμε ένα λουκούλειο και σχεδόν τζάμπα γεύμα. Η ιδιοκτήτρια δεν μιλάει αγγλικά οπότε κάνουμε μια προσπάθεια να συνεννοηθούμε στα κορεάτικα. Οι προσπάθειές μας πέφτουν -φυσικά- στο κενό και καταλήγουμε να δείχνουμε με το δάχτυλο φαγητά στα διπλανά τραπέζια λέγοντας "Αυτό!" 
Το σαββατοκύριακο περνάει γρήγορα και πριν το καταλάβουμε έρχεται η ώρα να πάμε στο αεροδρόμιο.  Γυρνάμε στο Τόκυο με βαριά καρδιά αλλά αποφασισμένοι να επιστρέψουμε το συντομότερο δυνατό. 
Περισσότερες φωτογραφίες εδώ.